Η  Πολιτεία της  Λευτεριάς
Ένα ταξίδι Αλήθειας στα άδυτα του νου
με προορισμό την εσωτερική Ελευθερία.

Β1. Ο βιαστής νους μετανοεί για τον αυταρχισμό του.

Ο νους συνειδητοποιεί τώρα ότι τόσα χρόνια μόνο απαιτήσεις είχε από μένα. Ήμουνα γι’ αυτόν απλά και μόνο το μέσο που θα του εκπλήρωνε τις προσδοκίες του για ασφάλεια και αναγνώριση. Γύμναζε το σώμα μου, όχι για να είναι υγιές, χαρούμενο, γεμάτο ζωντάνια και ευεξία, αλλά για να είναι όμορφο, ώστε να αρέσει στον ίδιο και στους άλλους και να εισπράττει ο νους την επικύρωση που ζητούσε.

Με έβαζε να δουλεύω από το πρωί μέχρι το βράδυ, όχι για να περνάω τη ζωή μου όμορφα και δημιουργικά, αλλά για εγωιστικούς σκοπούς: αφενός για να έχει αρκετά λεφτά ώστε να νιώθει ασφάλεια ότι δε θα πεινάσει και αφετέρου για να εισπράξει την καταξίωση ότι τελικά τα κατάφερε. Με πίεζε να παίρνω το θάρρος να πλησιάζω κοπέλες που του άρεσαν, όχι για να χαρώ μαζί τους τον έρωτα και την ψυχική επαφή, αλλά γιατί δεν άντεχε να σκέφτεται ότι είναι άτολμος και αποτυχημένος εκεί που άλλοι άντρες πετυχαίνουν.

Ακόμα και τις πρωινές ασκήσεις χαλάρωσης απαιτούσε να τις κάνω απόλυτα εστιασμένα και με μάλωνε άσχημα όποτε τεμπέλιαζα και χανόμουνα σε άλλες σκέψεις, επειδή απαιτούσε από μένα να κάνω ό,τι χρειαζόταν για να είναι αυτός ήσυχος, γαλήνιος κι ευτυχισμένος, το αντίθετο το θεωρούσε αποτυχία.

Τάιζε το σώμα μου με τροφή, όχι για να το φροντίσει, να το θρέψει, να το δυναμώσει, ώστε να έχει καλή υγεία και ζωντάνια, αλλά για καθαρά ιδιοτελείς λόγους: είτε για να πάρει ευχαρίστηση από τη γεύση είτε για να πνίξει μέσα στο φαΐ την όποια στεναχώρια ή αγωνία του είτε για να μην πάει χαμένο το φαΐ (κατάλοιπο από τον κατοχικό φόβο των γονιών του για το ενδεχόμενο της φτώχειας και της πείνας) είτε για να μην παρεξηγηθεί η οικοδέσποινα που του το προσέφερε είτε για διάφορους άλλους λόγους, που όλοι σχετίζονταν με τις δικές του μόνο αγωνίες και όχι με το δικό μου το καλό.

Αυτά και άλλα πολλά προσδοκούσε και απαιτούσε από μένα ο νους σε όλη μου τη ζωή και με χρησιμοποιούσε για να ικανοποιεί τις εκάστοτε ανάγκες του, βιάζοντάς με έτσι ασύστολα και κατ’ εξακολούθηση.

Αναγνωρίζει τώρα το σφάλμα του. Δε με είχε δει σαν άνθρωπο, με είχε δει μόνο σαν όργανο, σαν εργαλείο, σαν ένα άψυχο μέσο για να αποκτήσει όσα ποθούσε. Δεν τον ενδιέφερε τι ένιωθα, τι αγωνίες περνούσα μέσα μου, αν χρειαζόμουν την αγάπη του, την τρυφερότητά του. Δε μου είπε ποτέ ούτε ένα ευχαριστώ, να νιώσω κι εγώ ότι αξίζω και ότι καλά τα καταφέρνω. Δεν ήτανε κακός ο νους, απλά δεν το ’χε σκεφτεί πως το όργανό του έχει αισθήματα, επειδή είχε καθαρά χρησιμοθηρική σχέση μαζί του. Ουδείς εκών κακός[1]. Οι εγκόσμιες αγωνίες του ήταν τόσες, που δεν του άφηναν περιθώριο να σκεφτεί άλλο τίποτα και κανέναν. Η αμείλικτη στάση του μου δημιούργησε ψυχολογικά αδιέξοδα, σφιξίματα, νευρώσεις, σαν αυτές που βλέπω γύρω μου σε τόσα άλλα αδέλφια που ζουν μαζί μου, στον ίδιο αιώνα της ταχύτητας και των υπέρμετρων απαιτήσεων.

Μου ζητά συγγνώμη τώρα ο νους που με τη στάση του μου στέρησε τη χαρά της κάθε στιγμής γεμίζοντάς με με άγχος. Με βλέπει στον καθρέφτη έτσι συρρικνωμένο και πιεσμένο και συγκινείται. Θέλει να κάνει κάτι για να επανορθώσει. Αποφασίζει να μου καλύψει τις συναισθηματικές ανάγκες που τόσα χρόνια άφηνε στην πείνα. Με κοιτάζει στα μάτια και μου λέει: «Μπράβο, αγόρι μου, είσαι άξιος αγωνιστής, έχεις κάνει μέχρι τώρα ό,τι καλύτερο μπορούσες και μου έχεις δώσει μεγάλες χαρές. Δεν πειράζει αν δεν κατάφερνες πάντα να είσαι δημιουργικός και δραστήριος, κατανοώ ότι σου έλειπε η αγάπη μου και γι’ αυτό έπεφτες σε μελαγχολία. Τώρα σου τη δίνω απλόχερα, όχι με υστεροβουλία αυτή τη φορά, όχι για να σε συνεφέρω μόνο και μόνο για να σε βάλω μετά ξανά να τρέχεις μες στον κόσμο και να μου φέρεις τα αγαθά που επιθυμώ, μα επειδή σε αγαπώ και θέλω να είσαι καλά, ήρεμος κι ευτυχισμένος, χωρίς αγωνίες και σφιξίματα, χαλαρός και αθώος να κοιμάσαι το γλυκό ύπνο του δικαίου, σαν νεογέννητο μωρό στο λίκνο του, κάτω από την απόλυτα ασφαλή σκέπη της μητρικής λατρείας, με γλυκό και ανάλαφρο το αίσθημα της ειρήνης βαθιά ριζωμένο μέσα σου».

Για πρώτη φορά, λοιπόν, ο νους παίρνει το ρόλο της μητέρας και με κοιτάζει με λατρεία, συγκίνηση και ευγνωμοσύνη μες στα μάτια. Παρατηρεί τα μέλη του γυμνού μου σώματος στον καθρέφτη και συνειδητοποιεί πως ποτέ δεν τους έχει δώσει την ξεχωριστή σημασία που αξίζει στο καθένα. Εκείνα τον υπηρετούν αδιάκοπα και όλα μαζί εξασφαλίζουν με τις πράξεις τους την αξιοπρεπή επιβίωσή του, και αυτός, αντί να τους αφιερώνει όσο χρόνο χρειάζονται για να τα φροντίζει και να τους δίνει την αγάπη του καθημερινά, αγωνιά συνέχεια για τα εγκόσμια αποκτήματα και τις κατακτήσεις που θέλει να αποκτήσει για να σταθεί στο ύψος του μέσα στην ανταγωνιστική και πλανεμένη κοινωνία των αδελφών του.

Αποφασίζει, λοιπόν, τώρα να δώσει στα όργανα, στους ιστούς και στα κύτταρα του σώματός μου τη σημασία που δικαιούνται. Χαρίζει το μητρικό χάδι της προσφοράς και της αγάπης σε όλο μου το σώμα. Χρησιμοποιεί για το σκοπό αυτό τα χέρια μου, όχι με τρόπο σεξουαλικό και λάγνο, μα με τρόπο στοργικό, όχι για να πάρει ικανοποίηση κάποιου είδους, μα για να δώσει στα κύτταρα του δέρματος φροντίδα, χαρά και αναζωογόνηση.

Αφιερώνει τον απαιτούμενο χρόνο σε όλα τα εμφανή μέλη του σώματός μου ένα προς ένα, χωρίς να ξεχνά και τα εσωτερικά όργανα, που ακούραστα εργάζονται μέρα νύχτα για να τον υπηρετούν. Καθώς τα χαϊδεύει στοργικά, τους μιλά και τους λέει πόσο τα αγαπά, πόσο όμορφη είναι η ζωή που κρύβουν μέσα τους και πόση χαρά τού έχουν δώσει όλα αυτά τα χρόνια. Τα κύτταρά τους ανορθώνονται, αναζωογονούνται. Χαρά και ικανοποίηση τα πλημμυρίζει. Είναι ευτυχισμένα. «Τα κύτταρα του σώματός μου θέλουν απλά και αυθεντικά πράγματα για να είναι καλά», παρατηρεί ο νους, «όχι περίπλοκα και ψεύτικα εγκόσμια αγαθά με μεγάλη ποικιλία και πολυπλοκότητα σαν αυτά που συνεχώς αναζητώ εγώ».

Βρήκε, δηλαδή, το δάσκαλό του στα κύτταρα του σώματός μου ο νους, πήρε το μάθημα της απλότητας και της αγάπης και το ’βαλε σαν στόχο και ιδανικό του να φτάσει και αυτός κάποτε στο σημείο να μην αναζητά περίπλοκες και εύθραυστες εγκόσμιες πηγές χαράς και αντί αυτών να αρκείται στα βασικά και άφθαρτα αγαθά της αγάπης, της φροντίδας, της στοργής που θα ανταλλάσσει με μένα και με τα αδέλφια μου. Και για να εμπεδώσει το καινούργιο μάθημα που πήρε μόλις τώρα, παίρνει την απόφαση να περνά χρόνο μαζί μου κάθε μέρα, εγκαταλείποντας για λίγο το εγκόσμιο τρέξιμο, για να με αναζωογονεί προσφέροντάς μου όσα έχω ανάγκη και να εξασκείται έτσι στη θέση της μητρικής αγάπης και φροντίδας, μέχρι αυτή να του γίνει δεύτερη φύση, να του βγαίνει συνεχώς αυθόρμητα, χωρίς να χρειάζεται πρόγραμμα και υπενθυμίσεις.

Τέλος, λέει ο νους στον εαυτό του: «Άμα θα είσαι χαρούμενος, φωτεινός, ζωντανός, τότε όλα τα άλλα θα έρθουν: και η πολυπόθητη εξωτερική ομορφιά (αφού το πρόσωπο και το σώμα σου θα σφύζουν από υγεία) και η αναγνώριση από τους άλλους (αφού όλοι θα έλκονται από τη θετική σου ενέργεια και θα επιδιώκουν να βρίσκονται κοντά σου) και οι επιτυχίες στο πεδίο της ύλης (αφού θα είσαι ευδιάθετος και δραστήριος και θα έχεις καθαρό νου για να κάνεις σωστές κερδοφόρες επιλογές).

«Αλλά ακόμα και αν δε λάβεις όλες αυτές τις εγκόσμιες επιβραβεύσεις, δεν θα έχει σημασία, επειδή δεν είναι αυτές ο σκοπός της αλλαγής στάσης, αυτές είναι μόνο κάποιες θετικές παρενέργειες που θα είναι πιθανό να προκύψουν με την αλλαγή της εσωτερικής στάσης σου. Δε θα σου κάνει καλό να τις φορτίζεις με προσδοκία, γιατί τότε θα αποπροσανατολίζεσαι ξανά και θα πέφτεις στην παγίδα της πολυπλοκότητας, της απαίτησης και του αυταρχισμού. Γι’ αυτό, να θυμάσαι πάντα πως ο ένας και μοναδικός σκοπός της αλλαγής στάσης είναι η ίδια η εσωτερική χαρά, η αγάπη για τον εαυτό, το αίσθημα της βαθιάς ικανοποίησης και πληρότητας, με δυο λόγια η σταθερά θεμελιωμένη ευτυχία ή, αλλιώς, η ευδαιμονία που θα προκύψει απλά και φυσικά από την αλλαγή της εσωτερικής σου στάσης και όχι τα αποκτήματα και οι κατακτήσεις που μπορεί να έρθουν ως συνέπεια της αλλαγής εσωτερικής στάσης».



[1] Φράση του Σωκράτη, με την οποία εκδηλώνεται η πεποίθηση ότι κανένας άνθρωπος δεν πράττει το κακό με τη θέλησή του, υπό την έννοια ότι κανείς ενώ γνωρίζει ότι κάτι είναι κακό δεν το πράττει. Αν, κατά τον Σωκράτη, πράττουμε το κακό, είναι διότι εκείνη τη στιγμή πιστεύουμε πως κάνουμε κάτι το αγαθό. Ο Σωκράτης υποστήριζε ότι μόνο με τη γνώση του πραγματικά καλού και του πραγματικά κακού (άποψη που συνδέεται με την ιδέα της ύπαρξης μιας αντικειμενικής αλήθειας) μπορεί να αποφεύγει κανείς το κακό, αναγνωρίζοντας τη γνώση αυτή ως αρετή. (πηγή: Βικιπαίδεια)

Μοιράσου το στα social media