Η  Πολιτεία της  Λευτεριάς
Ένα ταξίδι Αλήθειας στα άδυτα του νου
με προορισμό την εσωτερική Ελευθερία.

Γ8. Ο Παρατηρητής του νου των αδελφών μου.

Έχοντας μπει σε αυτήν τη νέα όμορφη ροή, ο νους δοκιμάζει τώρα ένα καινούργιο παιχνίδι, με το οποίο θα εξασκήσει συστηματικά το έμπρακτο ενδιαφέρον του για τα αδέλφια του: την υποθετική καταγραφή των παρατηρήσεων που θα έκανε ο Παρατηρητής του νου των αδελφών του.

Η ιδέα ξεκίνησε από τη διαπίστωση που έκανε ο νους πως τ’ αδέλφια που τον περιβάλλουν είναι μέχρι τώρα στα μάτια του απλά και μόνο αυτό που εκείνα προβάλλουν: χαρούμενα ή θλιμμένα, με χαμηλή ή υψηλή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση, αθόρυβα ή με έντονη παρουσία, δυναμικά ή αδύναμα, ντροπαλά ή θαρραλέα, ειρηνικά ή εριστικά, υπομονετικά ή βιαστικά, χρήσιμα ή άχρηστα για την εκπλήρωση των προσωπικών προσδοκιών του ίδιου του νου μου και ένα σωρό άλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα.

Ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι η γνώση του για τα κοντινά του αδέλφια περιορίζεται μόνο σε αυτές τις εντυπώσεις και ότι πολύ σπάνια τον έχει απασχολήσει η ιστορία τους, οι εξωτερικές συνθήκες και οι εσωτερικές αγωνίες και διεργασίες μέσα από τις οποίες τα αδέλφια του έχουν γίνει αυτό που είναι και αυτό που έχουν συνειδητά επιλέξει ή ασυνείδητα εκπαιδευθεί να προβάλλουν σήμερα. Ούτε έχει πολυσκοτιστεί για το ποιες πλευρές του εαυτού τους αποκρύπτουν και για ποιους λόγους φοβούνται να τις φανερώσουν. Και όποτε έχει κάνει τέτοιες σκέψεις, πάντα ήταν φευγαλέες και επιφανειακές.

«Μα αυτό σημαίνει ότι τόσα χρόνια νομίζω ότι ζω σε έναν κόσμο που είναι όπως μου φαίνεται ότι είναι, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχω πάρει χαμπάρι για όσα πραγματικά συμβαίνουν πίσω από τα προσωπεία των αδελφών μου!» Αυτή η σκέψη, την οποία ο νους θεώρησε απόλυτα σωστή και αναμφισβήτητη, τον συγκλόνισε και τον έκανε ξαφνικά να νιώθει πως ως τώρα ζούσε στο δικό του κόσμο, τα όρια του οποίου δεν ξεπερνούσαν τα όρια του κρανίου που περιέχει το μυαλό του, μέσα στο οποίο διαδραματίζονταν οι συνειρμοί και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληγε βασιζόμενος στα φαινόμενα που έβλεπε γύρω του.

Όμως, τα φαινόμενα απατούν. Για να σπάσει αυτή τη «φτώχεια» και να κατανοήσει τι πραγματικά συμβαίνει μέσα στα αδέλφια του και να φτάσει κάποια μέρα να ζει μέσα στον κόσμο με τον ίδιο συνειδητό και ευσυνείδητο τρόπο που ζει ο Άγιός του, αποφάσισε να αποκτήσει τη συνήθεια να παίζει αυτό το – ιδιαίτερα ενδιαφέρον και διασκεδαστικό, όπως αποδείχτηκε στην πράξη – παιχνίδι της υποθετικής καταγραφής των παρατηρήσεων του Παρατηρητή του νου των αδελφών του, και μάλιστα στο πρώτο ενικό πρόσωπο, δηλαδή με την ίδια ακριβώς φραστική διατύπωση που θα κατέγραφε ο κάθε αδελφός τις παρατηρήσεις του πάνω στον εαυτό του, αν είχε μάθει να εξασκεί την αυτοπαρατήρηση. Αυτό το παιχνίδι αποσκοπεί στο να καλλιεργήσει μέσα του ιδιότητες του Αγίου ως τώρα ατροφικές σε αυτόν, όπως είναι το ενδιαφέρον, η κατανόηση, η συμπόνια, η φροντίδα, η στοργή και η αγάπη για τ’ αδέλφια του.

Φτιάχνει και πάλι ατμόσφαιρα, κάθεται στο γραφείο του, παίρνει μολύβι και χαρτί και φέρνει στη μνήμη του ένα συγκεκριμένο αδελφό. Αρχίζει με το πρωινό ξύπνημα. «Τι να σκέφτεται ο αδελφός με το που ξυπνάει το πρωί; Η πρώτη σκέψη της ημέρας είναι πολύ σημαντική, γιατί μαρτυράει ποια είναι η κυρίαρχη διάθεσή του, δηλώνει το βασικό τρόπο θέασης ολόκληρης της ζωής». Για αυτόν τον αδελφό καταλαβαίνει ο νους διαισθητικά πως μάλλον η πρώτη σκέψη της ημέρας δεν είναι και τόσο χαρούμενη. Γράφει στο πρώτο πρόσωπο, σαν να μίλαγε εκείνος:

«Να πάρει η ευχή! Πάλι στη δουλειά σήμερα! Θα πρέπει πάλι να υποστώ τις ξινισμένες φάτσες τους, τα σχόλια και τις ειρωνείες τους, δεν το αντέχω! Τι να κάνω, όμως, δεν μπορώ να κάνω κι αλλιώς. Ας σηκωθώ τώρα, γιατί άργησα, αφού έκλεισα ήδη δύο φορές το ξυπνητήρι από την άρνησή μου να αντιμετωπίσω όλους αυτούς τους βλάκες πάλι σήμερα».

Προχωράει ο νους με τον ίδιο τρόπο και καταγράφει τις παρατηρήσεις του νου του ίδιου αδελφού την ώρα που πλένει τα δόντια του και βλέπει στον καθρέφτη το θλιμμένο του πρόσωπο ζορισμένο που πρέπει να κάνει κάτι που δε θέλει. Καταγράφει, πάντα στο πρώτο ενικό πρόσωπο, την απόγνωση για την αδικία που υπάρχει σε αυτόν τον κόσμο, όπου οι πλούσιοι δεν έχουν υποχρέωση να δουλεύουν, ενώ αυτός δεν έχει δικαίωμα επιλογής για το πού, το πώς και με ποιους ανθρώπους θα περάσει τις περισσότερες ώρες της ημέρας του και μετά θα πρέπει να γυρίσει σπίτι κουρασμένος και εκνευρισμένος χωρίς καμία όρεξη να ασχοληθεί με τίποτα το ενδιαφέρον.

«Δεν είναι ζωή αυτή, κάτι πρέπει να κάνω για να αλλάξει αυτή η κατάσταση!», σκέφτεται με θυμό και αποφασιστικότητα ο αδελφός, που λίγα λεπτά αργότερα βρίσκεται στο τρένο και, έχοντας ξεχάσει τις πρωινές του σκέψεις, έχει προσηλωθεί στο κυνήγι του χρόνου και στην αγωνία να προλάβει να φτάσει έγκαιρα στη δουλειά του, για να μην του κάνει αυστηρή επίπληξη ο «αντιπαθής σπασίκλας» προϊστάμενός του.

Συνεχίζει ακούραστα ο νους τις παρατηρήσεις του συνεπαρμένος από τον καινούργιο κόσμο που ανακαλύπτει. Έναν κόσμο που ανέκαθεν βρισκόταν γύρω του, ανέκαθεν τον συναντούσε και τον σκουντούσε μες στο τρένο, στα σουπερ-μάρκετ και σε κάθε χώρο μαζικής συγκέντρωσης των αδελφών του, χωρίς να υποψιάζεται τι συμβαίνει μέσα στο νου τους, λίγα μόλις χιλιοστά πιο βαθιά από την περιποιημένη ή απεριποίητη επιδερμίδα του προσώπου τους και τα εκφραστικά ή ανέκφραστα μάτια τους.

«Γιατί προφανώς ακόμα και τα εκφραστικά μάτια που χαμογελούν πολλές φορές είναι ένα προσωπείο», σκέφτεται τώρα ο νους, «που το φορούν οι αδελφοί του για να κρύβουν από τους άλλους αλλά και από τον ίδιο τον εαυτό τους τη βαθιά τους δυστυχία, τις αγωνίες τους, τη ζήλεια, το θυμό ή την αντιπάθεια προς το συνομιλητή τους και πολλά άλλα μύχια συναισθήματα και σκέψεις που φοβούνται να ομολογήσουν».

Και η καρδιά μου ευφραίνεται, γεμίζει ευεξία και συμπόνια και το κορμί μου πλημμυρίζει από γλυκιά υγεία. Όχι επειδή τα αδέλφια γύρω μου υποφέρουν, αλλά επειδή τώρα πια γνωρίζω τι τραβάνε και μπορώ να τα βοηθήσω, αρκεί να το θελήσω. Και θα το θελήσω! Γιατί, όταν ξέρω, όταν έχω δει, δεν μπορώ πια να υποκρίνομαι τον τυφλό, δεν αντέχω πια να το παίζω αδιάφορος.

Γνωρίζω, επίσης – έστω και υποθετικά, μα μάλλον δεν πρέπει να πέφτω έξω – τις παρατηρήσεις που θα έκανε ο συγκεκριμένος αδελφός, αν είχε εκπαιδευτεί να παρατηρεί το νου του, να κατανοεί και να συγχωρεί τον εαυτό του και να προχωράει βήμα-βήμα στην ατραπό που οδηγεί στη λευτεριά. Είμαι, συνεπώς, σε θέση να καταγράψω τώρα και αυτές τις παρατηρήσεις του, ώστε να έχω μία σαφή εικόνα για τη μεγάλη δυνατότητα για ελευθερία και χαρά που έχει μέσα του και δεν το ξέρει, και μπορώ να του μιλήσω ανοικτά – στο βαθμό που το αντέχει, βέβαια – για να του πω όσα νομίζω ότι ξέρω για αυτόν και να του προτείνω να αρχίσει κι εκείνος να παρατηρεί τις διαδικασίες του νου του, να τις ομολογεί, να τις κατανοεί, να τις αγκαλιάζει, να τις γνωρίζει, και αυτές σιγά σιγά θα αλλάζουν, και θα νιώθει πιο ελεύθερος, πιο χαρούμενος, πιο ευτυχισμένος.

Οραματίζομαι, για παράδειγμα, τον αδελφό που παρατήρησα νωρίτερα, να ξυπνάει νωρίς το πρωί μετά από ύπνο γαλήνιο και ευτυχισμένο, ξεκούραστος και ευδιάθετος, ικανοποιημένος από τον εαυτό του, και να λέει μέσα του:

«Τι όμορφα που κοιμήθηκα! Νιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη για το δώρο της ζωής, για την ημέρα που θα ξημερώσει σε λίγο και για τη φρεσκάδα που νιώθω μετά από έναν τόσο όμορφο ύπνο. Με πλημμυρίζει ένα αίσθημα εμπιστοσύνης προς το ίδιο το θαύμα της ζωής. Δεν μπορεί, μία τόσο υπέροχη οντότητα, όπως είναι η ζωή, θα φροντίσει για τα πάντα, εγώ δεν έχω να ανησυχώ για τίποτα, αρκεί να συμμετέχω κάθε στιγμή με χαρά σε αυτήν και να αξιοποιώ στο έπακρο τα θαυμάσια δώρα που μου προσφέρει.

«Χαίρομαι πολύ που θα δω σήμερα ξανά στο γραφείο τους συναδέλφους μου. Μου αρέσει να βρίσκομαι κοντά τους και να τους μεταδίδω την καλή μου διάθεση, όποτε ξινίζουν μέσα τους. Κατανοώ ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν είναι και πολύ ευτυχισμένοι στην προσωπική τους ζωή. Δεν αγαπούν αρκετά τον εαυτό τους και δεν τον αποδέχονται, και ως εκ τούτου και οι σχέσεις τους είναι μέσα στη μετριότητα και την ένταση. Όποτε μου μιλάνε απότομα, μου αρέσει πολύ να τους απαντώ ‘όλα καλά, αδελφέ μου, θα το φροντίσω εγώ, μη σε απασχολεί’, επειδή με ευχαριστεί πολύ να βλέπω το πρόσωπό τους ξαφνικά να γλυκαίνει και το βλέμμα τους να μαλακώνει. Αυτές είναι οι καλύτερες στιγμές της ημέρας για μένα. Όλα τα άλλα που κάνω μέσα στην ημέρα είναι δευτερεύοντα μπροστά σε αυτές τις όμορφες ανθρώπινες στιγμές που ανοίγουν την καρδιά μου και γαληνεύουν το νου μου».

Προχωράει ο νους με τον ίδιο τρόπο και καταγράφει τις παρατηρήσεις του νου του ίδιου αδελφού την ώρα που πλένει τα δόντια του και βλέπει στον καθρέφτη το φωτεινό του πρόσωπο χαρούμενο με την προοπτική όσων πρόκειται να κάνει μέσα στην ημέρα. Καταγράφει, πάντα στο πρώτο ενικό πρόσωπο, τη βαθιά πεποίθηση του αδελφού ότι η ανθρωπότητα θα βρει σύντομα το δρόμο της και ότι οι πλούσιοι θα έρθουν σε αρμονική συνεργασία με τους φτωχούς για το κοινό καλό.

Ο αδελφός αρέσκεται να πιστεύει στο μεγαλείο που κρύβουν μέσα τους ο άνθρωποι και να αφιερώνει κάθε του στιγμή στην ανάδυση αυτού του μεγαλείου, που θα εξαλείψει από την ανθρωπότητα όλες τις μορφές χωριστικότητας που σχετίζονται με την οικονομική κατάσταση, την κοινωνική θέση, τη μόρφωση, το χρώμα του δέρματος, το φύλο και πολλές άλλες ιδέες του νου των ανθρώπων. Γνωρίζει ότι αυτές οι ιδέες είναι στην ουσία ανυπόστατες και ως εκ τούτου σύντομα θα υποκλιθούν στο μεγαλείο που θα αναδυθεί μέσα στους ανθρώπους και θα του παραχωρήσουν το προσκήνιο στη ζωή τους.

«Είμαι βέβαιος ότι σύντομα θα αλλάξει αυτή η κατάσταση!», σκέφτεται με ενθουσιασμό και αποφασιστικότητα ο αδελφός, που λίγα λεπτά αργότερα βρίσκεται στο τρένο και, διατηρώντας ανεξίτηλες στο νου του τις πρωινές του σκέψεις, έχει προσηλωθεί στη συνειδητή καλλιέργεια της ευσπλαχνίας μέσα του για τους συνοφρυωμένους συνεπιβάτες του, που έχουν κι αυτοί πιστέψει τις ιδέες του νου τους και είναι μες στη δυστυχία όπως ήτανε κι αυτός παλιά. Παράλληλα, σκέφτεται με συμπάθεια τον προϊστάμενό του και εύχεται για αυτόν να βρει αυτό που θέλει στη ζωή του, ώστε να γλυκάνει μέσα του, να γίνει πιο αγαπητός στους άλλους και να ομορφύνει έτσι η ζωή του.

Μοιράσου το στα social media