Το Βιβλίο των Ονείρων

Μία απλή μέθοδος για αβίαστη χαρά,
αισιοδοξία, αφοβία και αφθονία.

Ένα ακόμα όνειρο.

Παρασκευή, 8 Φεβρουαρίου 2013,
ακριβώς δύο μήνες μετά από τη νύκτα
που είδα τα δύο προηγούμενα όνειρα.

Είμαι στη φάση των τελικών διορθώσεων του Βιβλίου των Ονείρων μου. Καθώς το ξαναδιαβάζω, εμπεδώνεται μέσα μου η βεβαιότητα ότι όλα όσα ονειρεύομαι για τη ζωή μου και για ολόκληρη την ανθρωπότητα θα συμβούν, και μάλιστα πολύ σύντομα. Ίσως αυτή η βεβαιότητα να γέννησε στο υποσυνείδητό μου το όνειρο που είδα σήμερα:

Χιλιάδες μετανάστες είχαν απελαθεί και απομακρυνθεί από την Ελλάδα με έναν τρόπο εντελώς ανθρωπιστικό. Συγκεκριμένα, ήταν Ινδοί, και κάποιος είχε φροντίσει ώστε να καταλύσουν σε έναν οικισμό στην Ινδία, όπου θα τους παρέχονταν όλα τα εφόδια, για όσο χρονικό διάστημα χρειαζόταν, ώστε να επανενταχθούν ομαλά στην ινδική κοινωνία.

Υπήρχαν εκπαιδευτικά κέντρα, ιδανικές συνθήκες διαβίωσης, καταμερισμός των εργασιών και πρόβλεψη για θέματα ασφάλειας. Ο οικισμός περιβαλλόταν από ένα υψηλής τεχνολογίας διπλό τείχος, με πολλαπλά συστήματα προστασίας από τυχόν κακόβουλες ενέργειες που θα προέρχονταν από έξω.

Είδα όλο τον κόσμο να είναι μαζεμένος στη μεγάλη αίθουσα του χωριού, όπου θα γινόταν η τελετή των εγκαινίων. Ο ομιλητής παρουσίασε τον άνθρωπο που είχε φροντίσει για όλα αυτά, τον Μάκη ή Ασημάκη Δοξάτο. Ήταν ένα άνδρας γύρω στα πενήντα με ψαρά κοντά μαλλιά και με όμορφο και φωτεινό πρόσωπο.

Το βλέμμα του ήταν γεμάτο Αγάπη και το χαμόγελό του έδειχνε ευσπλαχνία. Ήταν κομψός, ούτε παχύς ούτε αδύνατος. Φορούσε ένα όμορφο σκούρο γκρίζο κοστούμι και μία φωτεινή κίτρινη γραβάτα πάνω σε λευκό πουκάμισο. Είχε το ξεκάθαρο και δυναμικό βλέμμα του επιτυχημένου επιχειρηματία, ενώ ταυτόχρονα ήταν φανερό πως η καρδιά του παλλόταν από Αγάπη. Ένας πραγματικά σπάνιος συνδυασμός.

Θαύμασα το γεγονός ότι ένας δικός μας, ένας Έλληνας, είχε δημιουργήσει αυτόν τον παράδεισο για τους κατατρεγμένους και υποχρεωτικά επαναπατρισμένους μετανάστες της Ινδίας. Πληροφορήθηκα τότε ότι ήταν και αυτός έμπορος διαφόρων τεχνικών προϊόντων όπως εγώ, μόνο που αυτός κατάφερε να βγάλει πολύ περισσότερα χρήματα από μένα, αν και είχαμε ξεκινήσει και οι δύο από το μηδέν και είχαμε περίπου την ίδια ηλικία.

Ομολογώ ότι το πρώτο συναίσθημα ήταν η ζήλεια και η πρώτη μου σκέψη ήταν η προσπάθεια να εντοπίσω ψεγάδια πάνω του, όπως, για παράδειγμα, αλαζονεία, υποκρισία, υστεροβουλία και άλλα, κατά το «όσα δε φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάρια». Όμως, ακόμα και αν έβλεπα ή νόμιζα ότι έβλεπα πάνω του κάποια τέτοια μικρά σημάδια, αυτό που κυριαρχούσε ήταν ο άνθρωπος που αφοσιώθηκε επί πολλά χρόνια σε ένα μεγάλο όραμα και βρήκε τον τρόπο να το υλοποιήσει, κάτι για το οποίο ήταν από την αρχή βέβαιος. Δηλαδή, αυτός ο άνθρωπος προφανώς είχε απεριόριστη αυτοπεποίθηση και Αγάπη.

Ήταν ο άνθρωπος που τρεφόταν και ανέπνεε από τα όνειρά του και τα έργα Αγάπης στα οποία είχε αφιερώσει τον εαυτό του. Τότε κατάλαβα ότι αυτός ο άνθρωπος, ο Ασημάκης Δοξάτος του ονείρου μου, ήμουν εγώ. Ήμουν το όνειρο που έχω για τον εαυτό μου, το όνειρο που έχω καταγράψει με μεγάλη λεπτομέρεια σε αυτό εδώ το βιβλίο, του οποίου την τελική διόρθωση κοντεύω να τελειώσω.

Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι άξιζε να γράψω αυτό εδώ το κεφάλαιο ως επίλογο και ως επιστέγασμα των όσων έχω γράψει σε ολόκληρο το βιβλίο. Το γεγονός ότι είδα αυτό το όνειρο επιβεβαιώνει με έναν ακόμα τρόπο τον ισχυρισμό ότι πράγματι η συνεχής καταγραφή των ονείρων μας και των πιο τρελών προσδοκιών μας εντυπώνεται τόσο βαθιά μέσα στο υποσυνείδητό μας που βγαίνει αυθόρμητα στα όνειρά μας, και άρα γιατί όχι και στη ζωή μας.

Άλλωστε, από τον καιρό που ξεκίνησα το γράψιμο αυτού του βιβλίου μέχρι σήμερα έχουν αρχίσει να υλοποιούνται πολλά από τα όνειρα που κατέγραψα σε αυτό. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος για να είμαι βέβαιος ότι όλα μου τα όνειρα θα υλοποιηθούν, και μάλιστα πολύ σύντομα, εφόσον συνεχίζω να τα τροφοδοτώ με οραματισμό και βεβαιότητα καθημερινά.

Ακόμα και το όνομα του Ασημάκη Δοξάτου συμβολίζει σίγουρα κάτι πολύ θετικό. Το ασήμι, ένα πολύτιμο μέταλλο, και η δόξα, που είναι σίγουρα μία ευχάριστη κατάσταση. Αλλά ας το δούμε και πιο εσωτερικά, όχι τόσο εγκόσμια: ο άσημος που δοξάζει την Ύπαρξή του, τόσο άσημος που τον λένε Ασημάκη, δηλαδή όχι μόνο άσημο αλλά και μικρούλη, ο ταπεινός μαθητής που δοξάζει και ευγνωμονεί την Ύπαρξή του για όλα τα δώρα που του έχει προσφέρει ή θα του προσφέρει στο μέλλον και της εμπιστεύεται ολοκληρωτικά τον εαυτό του και την εκπλήρωση των ονείρων του.

Ο ίδιος γνωρίζει ότι είναι άσημος, ασήμαντος, άγνωστος στον κόσμο, επειδή είναι φθαρτός, είναι απλά μία μορφή της Ύπαρξής του αναλώσιμη, ακόμα και αν ζήσει χίλια χρόνια όπως ονειρεύεται. Αυτή είναι σημαντική, αυτή είναι γνωστή και διάσημη στον κόσμο, ο ίδιος είναι άγνωστος, άσημος και μικρούλης, ενώ η Ύπαρξή του, δηλαδή η κοινή Ύπαρξη όλων μας, είναι γνωστή σε όλους, αφού κατοικεί μέσα σε όλους και σε όλα, είναι δε ό,τι πιο σημαντικό έχουμε, αφού είναι η πηγή της ίδιας της ζωής μας.

Μια άλλη ερμηνεία του ονόματός του, εξίσου χρήσιμη για μένα, είναι η εξής: Το μικρό όνομα, το όνομα της ψυχής, μου λέει ότι η φυσική μου κατάσταση είναι να παραμένω άσημος και ταπεινός, ώστε να είμαι ήσυχος μέσα μου και να παραιτούμαι από το ανούσιο κυνήγι της δόξας, που είναι το επώνυμο, δηλαδή μία επίπλαστη ανάγκη της προσωπικότητάς μου.

Τη στιγμή που απένεμαν στον Ασημάκη Δοξάτο το βραβείο για το έργο του, αυτός συνέχιζε απλά να έχει το ίδιο βλέμμα συγκίνησης και ευσπλαχνίας, καθώς κοιτούσε τους μετανάστες που ήταν συγκεντρωμένοι στην αίθουσα, τους ανθρώπους που αγαπούσε. Ήξερε ότι το έργο του θα ωφελούσε πολλές γενιές μεταναστών, επειδή είχε θέσει τις τέλειες υλικοτεχνικές αλλά και ανθρώπινες υποδομές ώστε να συνεχίζεται η λειτουργία αυτού του χωριού επανένταξης επαναπατρισθέντων μεταναστών χωρίς προβλήματα για πολλές γενεές.

Αυτό είναι ένα ακόμα μήνυμα για μένα: μετά την επίτευξη των στόχων μου συνεχίζεται η ταπεινότητα και η Αγάπη. Το αποτέλεσμα δε με αφορά, δε γεννά την έπαρση μέσα μου, ούτε καν την ικανοποίηση ότι τα κατάφερα. Η κάθε στιγμή είναι καινούργια, και απλά προχωρώ στο έργο της Αγάπης στο οποίο είμαι ταγμένος, στο έργο της βεβαιότητας για την εκπλήρωση των ονείρων μου, τα οποία υπηρετώ αδιάλειπτα με κάθε επιλογή της ζωής μου, χωρίς να σταματώ ούτε καν για να θαυμάσω τα μέχρι τώρα έργα μου και να νιώσω ικανοποίηση γι’ αυτά.

Όχι επειδή το απαγορεύω στον εαυτό μου, αλλά επειδή το ξεχείλισμα της Αγάπης είναι τόσο μεγάλο μέσα μου που δε μου περνάει καν από το νου να κοντοσταθώ και να κοιτάξω ποια πολύτιμα έργα έχω αφήσει στο πέρασμά μου.

Είναι ακριβώς η ίδια εσωτερική στάση με αυτήν του Λούκυ Λουκ, που στο τελευταίο εικονίδιο του κάθε επεισοδίου φεύγει με το άλογό του έχοντας εγκαταλείψει αυτούς που τον θαυμάζουν και τον ευγνωμονούν για το ευεργέτημα που τους προσέφερε. Φεύγοντας, σιγοτραγουδά το τραγούδι εγκαρτέρησης και εμπιστοσύνης προς την Ύπαρξή του «Είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόι». Αναγνωρίζει, δηλαδή, ότι στην πραγματικότητα είναι μόνος αυτός με την Ύπαρξή του και ομολογεί με τρόπο λυτρωτικό για τον ίδιο τη φτώχεια, την πενία της περιορισμένης μορφής του και των επιτυχιών της σε αντιπαραβολή με τον πλούτο και το μεγαλείο της αιώνιας Ύπαρξής του, στην οποία προσηλώνει το νου του και βρίσκει εκεί την ψυχική γαλήνη.

Αυτό είναι το τελευταίο από τα μηνύματα που έλαβα από τον Ασημάκη Δοξάτο, ο οποίος ήταν γέννημα του υποσυνειδήτου μου, σημερινό δώρο της Ύπαρξής μου προς εμένα, που είμαι απλά μία μορφή της. Ίσως να περιείχε κι άλλα μηνύματα για μένα αυτό το όνειρο. Είμαι βέβαιος ότι περιείχε κι άλλα, όπως είμαι επίσης βέβαιος ότι ούτε κι εκείνα πήγανε χαμένα. Τα έλαβα κι εκείνα, απλά δεν έχουν ακόμα γίνει συνειδητά. Δεν αγωνιώ ούτε γι’ αυτό, εμπιστεύομαι τη διαδικασία της αποτύπωσής τους μέσα στα κύτταρά μου, και θα βγουν στην επιφάνεια όταν θα είμαι έτοιμος να τα αξιοποιήσω και εκείνα για το καλό μου και το καλό των άλλων.

Μοιράσου το στα social media