Η Πολιτεία της Λευτεριάς
Ένα ταξίδι Αλήθειας στα άδυτα του νου
με προορισμό την εσωτερική Ελευθερία.
Η γυναίκα και ο χρυσός.
Μα τον περιμένω, ο δυνάστης νους θα ξαναγυρίσει, το ξέρω. Το ’χω δει πολλές φορές το έργο. Και όλη η γλύκα της συμπόνιας τότε χάνεται διαμιάς, λες και δεν υπήρξε ποτέ. Ο νους την αμφισβητεί, την καταρρίπτει με λογικά επιχειρήματα. Κι εγώ τον πιστεύω, από συνήθεια, γιατί μου ψιθυρίζει τεχνηέντως πως με το να συγκινούμαι για τον πόνο μου ούτε φαΐ θα βρω ούτε καταξίωση. Πατά σε τούτες τις δύο ευαίσθητες χορδές μου και με πείθει, με παίρνει απ’ τη γλυκιά αγκάλη της συμπόνιας, με βάζει να τρέχω με θυμό και με καημό μέσα στον κόσμο, με δίψα για αγάπη και ασφάλεια, με ακατασίγαστο πόθο για τη γυναίκα και το χρυσό[1].
Αγάπη και ασφάλεια, τι ειρωνεία! Δύο πολύτιμα αγαθά που μόλις μου είχαν προσφερθεί απλόχερα και δωρεάν μέσα στην όαση της ομολογίας και της συμπόνιας για τον ταλαιπωρημένο εαυτό. Με πείθει ο νους ότι αυτά δεν είναι αυθεντικά, τ’ αυθεντικά βρίσκονται μέσα στον κόσμο, λέει, το σκληρό, όχι μέσα στην όασή μου την πλαστή, την εύκολη. Πρέπει, λέει, να τα κατακτήσω με μάχες εξωτερικές κι εγκόσμιες, δεν τις πιστεύει τις μάχες τις «απόκοσμες» που έδωσα καθώς έσκαβα ανάμεσα στις αγωνίες μου, για να βρω τη σκονισμένη ικανότητα για ομολογία και να την ανασύρω. Χαμένες ώρες, λέει, ήταν, και αργόσχολος όποιος με τέτοια καταπιάνεται.
Με παίρνει και με σηκώνει ο νους, σαν τον ανεμοστρόβιλο, κι εγώ πειθήνια ακολουθώ τις προτροπές του. Η λύτρωση της ομολογίας και της συμπόνιας χάνεται ξανά μέσα στη λήθη που παράγει η δίνη του, που την καταπίνει με συνοπτικές διαδικασίες. Και αρχίζω ξανά με αγωνία να τρέχω μες στον κόσμο.
[1] Η γυναίκα συμβολίζει όλων των ειδών τις αισθησιακές απολαύσεις, τις κατακτήσεις, την καταξίωση, την έγκριση, την αποδοχή και την αγάπη του κόσμου, ενώ ο χρυσός συμβολίζει κάθε λογής αποκτήματα, κάθε υλικό αγαθό που παρέχει στο νου ψευδή αίσθηση ασφάλειας και εξασφάλισης και τον κάνει να ξεχνά την αμείλικτη αλήθεια του θανάτου. Το κυνήγι αυτών των δύο βασικών αξιών είναι ως τώρα το ένα και μοναδικό κίνητρο σχεδόν για κάθε σκέψη και πράξη του νου μου, ακόμα και για την πιο αλτρουιστική. (Οι όροι «γυναίκα» και «χρυσός» είναι δανεισμένοι από τη διδασκαλία ενός μεγάλου Δασκάλου, που έζησε το δέκατο ένατο αιώνα.)
